κέκτηνται

κέκτηνται
κτάομαι
procure for oneself
perf ind mp 3rd pl
κτέομαι
procure for oneself
perf ind mp 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • καινοποητής — καινοποιητής, ὁ (Α) [καινοποιώ] αυτός που βρίσκει νέους τρόπους για απολαύσεις, για ηδονή («καὶ γὰρ καινοποιητὰς ἀμφοτέρων τούτων κέκτηνται», Ξεν.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”